Monday, October 22, 2007

μυαλό σαμοβάρι


Τι μπορεί να σε κάνει να αγαπήσεις τη τέχνη. Μήπως γεννιέσαι με αυτό το χαρακτηριστικό, να αντιλαμβάνεσαι αλλιώς τα πράγματα γύρω σου και να εκφράζεσαι διαφορετικά. Πόσο μπορεί να επηρεάσουν τα ερεθίσματα που έχει κάποιος από έμβρυο, από παιδί στη μετέπειτα αγάπη που μπορεί να αναπτύξει για τις τέχνες.

Η μητέρα μου είχε σπάνιες αναλαμπές για το θέατρο και την ακολουθούσαμε όλοι σαν υπνωτισμένοι, καθώς κανείς μας από την οικογένεια δεν το αγάπησε ιδιαίτερα. Θυμάμαι τον πατέρα μου να διασκεδάζει με επιθεωρήσεις στο Μινώα(τραγικός) και τη μάνα μου να βλέπει ταινίες εποχής(ρομαντική). Η αδερφή μου έπαιζε φλογέρα μέχρι τα δώδεκα, ο πατέρας μου ακορντεόν.
Μεγάλωσα ακούγοντας Στέλλιο, Στράτο και κάτι ιταλούς τενόρους προ Παβαρότι. Θυμάμαι Κυριακές μεσημέρια η μάνα μου να μαγειρεύει κοτόπουλο με πατάτες και’γω να βαράω παλαμάκια στις ζεμπεκιές του πατέρα μου στο σαλόνι. Με την ίδια ευκολία αυτός ο άνθρωπος γοητεύεται τόσο από τους χορευτές των Κίροφ όσο και από τις ύαινες που κατασπαράζουν ένα γκνου στη στέππα. Η μάνα μου είναι τελείως αλλού. Ακόμη δεν έχω καταλάβει τι της αρέσει. Νομίζω ότι έχει μια ροπή στο σινεμά, αλλά δεν το έχει ανακαλύψει ποτέ.

Εγώ αγαπούσα οτιδήποτε ηλέκτριζε τα μάτια, τα αυτιά και το μυαλό μου. Στην Αυστραλία η αδερφή μου έπαιρνε μέρος σε κοντσέρτα παίζοντας φλογέρα. Με πήραν μια φορά μαζί και η αδερφή με θυμάται που είχα μείνει με τις ματάρες ανοιχτές και παρακολουθούσα χωρίς να κάνω κιχ, παρότι τρομερά ζωηρή. Αμίλητη.
Πρώτη φορά στα έξι μου επισκέφτηκα με τον πατέρα μου το αρχαιολογικό μουσείο στη Πατησίων. Το έκανα πολύ κέφι και του ζήτησα να πάμε πάλι.
Με το πέρασμα των χρόνων άρχισαν να καταλαβαίνουν περισσότερο οι άλλοι γύρω μου και ελάχιστα εγώ, πως ήμουν ένα μικρό πουλί με χέρια-φτερά που καταπιανόταν με διάφορα, που ποτέ όμως δεν βρήκα τη κλίση μου σε αυτό που θα με συνέπαιρνε. Ακόμη και σήμερα. Απλά πια ξέρω ότι θέλω να ζω σαν σφουγγάρι.
Ακόμη ζωγραφίζω, ακόμη γράφω, ίσως αυτά τα δύο να τ’αγαπώ περισσότερο. Μετά είναι η μουσική που αγαπώ, αλλά ελάχιστα την άγγιξα με τα φυσικά μου άκρα, γιατί πάντα ένιωθα μια αστάθεια και έλλειψη ελέγχου σε αυτά.

Μια μέρα όταν είμασταν Αυστραλία, του πατέρα μου του έπεσε ένα από τα χρυσά του δόντια. Χρυσά έβαζε τότε ο κόσμος που δεν υπήρχαν ακόμη τα πορσελάνινα. Ο πατέρας του, ο παππούς μου δηλαδή, το πήρε γελώντας, το έβαλε στη χουφτίτσα μου και μου είπε να το πετάξω στη σκεπή του σπιτιού μας και να κάνω μια ευχή, έτσι έπρεπε. Τι μυαλό τώρα το τετράχρονο.. Κράτησα το χρυσό δόντι και είπα του παππού «Παππούκα θέλω το σπίτι μας να γίνει τσαγιέρα και η καμινάδα να σφυρίζει όπως όταν φτιάχνει η μαμά το τσάι.»
Ο παππούς μου ήταν πολύ γλυκός άνθρωπος και άκουγε όλες τις βλακείες που του έλεγα. Με σήκωσε και πέταξα το χρυσό δόντι στα κεραμίδια.
Μα το σπίτι μας δεν έγινε τσαγιέρα, ούτε σαμοβάρι.
Εγώ δεν έγινα ζωγράφος, ούτε συγγραφέας.
Γίνομαι μέσα μου. Εσωτερική ευχαρίστηση όταν δημιουργώ ή όταν αποκαλύπτεται δημιουργία εμπρός μου.
Καμιά φορά λέω πως η πραγματική χαρά, η στιγμιαία ευτυχία είναι αυτή που νιώθουμε μέσα μας, σαν βλέπουμε με τα μάτια της ψυχής, ακούμε με αυτιά ίδια με θαλασσινά κοχύλια, αγγίζουμε με τα ακροδάχτυλα ότι τα κάνει να τρέμουν. Πραγματικά.

Saturday, October 20, 2007

μια βροχερή μέρα..


από τον αγαπημένο Maximov

Thursday, October 18, 2007

ακριβώς αυτό το απόψε


Tuesday, October 16, 2007

γκουέλ πατρινό

Αποχαιρετώντας τη Πάτρα (ταξίδι αστραπή με τη δουλειά) είδα φευγαλέα χρώματα και κύματα να εναλλάσονται στην ανατολική ακτή της πόλης.
Σταματάμε αμέσως το αυτοκίνητο και τρέχω να δω από κοντά..

Ένα "καφέ" δίπλα στη θάλασσα, φτιαγμένο με ψηφίδες από σπασμένα πλακάκια, μου θύμισε το πάρκο Güell που επισκέφθηκα πριν λίγους μήνες, το οποίο έφτιαξε με ευλάβεια ο Antonio Gaudi από το 1900 έως το 1914.

Βέβαια ούτε κατά διάνοια να συγκριθεί με το αριστούργημα της Βαρκελώνης, μα είναι ένα χαριτωμένο και φωτεινό σημείο. Σίγουρα πρωτότυπο θέαμα, στο γκρίζο μιας πόλης...

φωτογραφία από χαρταετό (www.photo.gr)

Thursday, October 11, 2007


Γιατί είναι τόσο δύσκολο να μιλήσεις για τα αληθινά σου συναισθήματα και επιθυμίες;
Γιατί υπόσχεσαι πράγματα που δεν θέλεις να πραγματοποιήσεις;
Γιατί είναι τόσο εύκολο να λες ψέμματα στους άλλους,
Γιατί και στον εαυτό σου;
Γιατί δεν ζητάς αυτό που θέλεις;
Γιατί νομίζεις πως νιώθεις; Δεν ξέρεις αν νιώθεις;

Γιατί μαμά και μπαμπά με κάνατε όμορφη στη ψυχή και διεστραμμένη στο μυαλό και παιδεύομαι;
Ε - ε γιατί;

Saturday, October 06, 2007

μικρές προσδοκίες, μεγάλες στιγμές


Σήμερα συζητούσα με φίλους και μου έλεγαν πως θα’θελαν πολύ να είμαι στο πάρτυ που θα κάνουν τη πρωτοχρονιά στο νέο τους σπίτι.

Ορθάνοιξα τα μάτια και απάντησα.. πως τους ευχαριστώ για τη πρόσκληση μα θεέ και κύριε, εγώ ούτε ξέρω που θα βρίσκομαι αύριο.
Άλλωστε πάντα σε όλα αυτά τα «παγκόσμια γεγονότα», εγώ μπορεί να βρίσκομαι παντού και σχεδόν ποτέ σπίτι μου.

Όπως είπε και η μυκονιάτισσα φίλη μου «η Σαβ είναι πολίτης του κόσμου. Ποτέ δεν ξέρεις που μπορεί να τη βρει η επόμενη μέρα».
εύκολα
χαλαρά

απρόσμενα
Και ποτέ σίγουρα.
Ποτέ.

Ποτέ.
Ούτε για τον εαυτό μας.
Εγγύηση δεν υπάρχει πουθενά.
Αφού δεν μπορώ να εγγυηθώ ούτε για μένα.

Δεν ξέρω αύριο πως θα’ναι η μέρα μου.
Δεν ξέρω απόψε πως θα είναι η νύχτα μου.

Ξέρω μόνον πως το χαμόγελο μου είναι
φτιαγμένο από διαμάντια,
πάντα,
έξοχο,
και αυτές τις μέρες είμαι σε τρομερή ευεξία,
και νιώθω μέλι παντού γύρω μου,
και πάνω μου,
έτσι απλά
μέλι
και
κ.

Πολύ απλά. Είναι αυτό.