Monday, July 30, 2007

στην υγειά μας και στη σπάνια ομορφιά μας


Στις συναντήσεις με το σόι μου υπάρχουν πάντα ακούσματα από φωνές ελαφρά τραγουδιστές, ανακατεμένα με μυρωδιές από φαγητό, γυναικεία αρώματα, λουλούδια και με διάχυτη μια αίσθηση έντασης να υποβόσκει μόνιμα. Η χθεσινή βραδιά έχρηζε μιας λανθάνουσας μεγαλοπρέπειας , όλο το σόι μαζεμένο για το γάμο μιας αγαπημένης μου ξαδέρφης, που τιμήσαμε πριν την αναχώρηση της για την Κύπρο όπου και θα διαμένει μόνιμα πλέον.
Στην κορυφή του τραπεζιού κάθησε η θεία Τ, η μεγαλύτερη κόρη απ'όλες καθώς και η "στηλοβάτης" της οικογένειας λόγω του πρόσφατου θανάτου της γιαγιάς, αλλά και λόγω κυβικών. Σε όλο το υπόλοιπο τραπέζι περίπου τριάντα άτομα, το ογδόντα τις εκατό γυναίκες. Όταν γεννιέται αγόρι στο σόι μου, όλοι πανηγυρίζουν λες και κέρδισαν οι γονείς του το τζόκερ. Μεγάλες στιγμές.
Η Κ μία από τις πολλές ξαδέρφες μου, όταν με συνάντησε στην εκκλησία νωρίτερα μου φώναξε από μακριά να πάω κοντά της, καθώς οι υπόλοιπες ξαδέρφες την κοιτούσαν ήδη με μισό μάτι και θα έλεγα ότι ελαφρώς την έκραζαν, κάτι που κάνουν και για μένα κατά καιρούς, αλλά δεν πειράζει, έχει και στα μέρη τους ξύδι. Μου ζήτησε να καθήσουμε δίπλα δίπλα μετά στο τραπέζι, γιατί είχε πάνω από χρόνο να με δει και ήθελε να τα πούμε.
Είναι μια κοπέλα με ομορφιά εξότικ, με κατάμαυρο μαλλί, πολύ ωραίο σώμα, και ένα τατού στη πλάτη. Αλλά έχει ένα κακό για τα δικά μου δεδομένα. Ντύνεται χειμώνα-καλοκαίρι στα μαύρα και βάφεται πάρα πάρα πολύ έντονα. Το δεύτερο ειδικά, όταν το αντικρίζω με χτυπάει στα μάτια. Κακό στην επιδερμίδα της κάνει. Οι υπόλοιπες ξαδέρφες λένε πως οι πενταετείς σπουδές της Κ. στην Πάτρα έκαναν όλη τη ζημιά, γιατί έβαλε σκοπό να γίνει βασίλισσα του πατρινού καρναβαλιού, όλο τον χρόνο όμως. Επίσης από κάποια ειπώθηκε πως τατουάζ βαράνε οι άνθρωποι που έχουν ψυχολογικά τραύματα. Κόντεψα να χάσω το μυαλό μου... Θυμήθηκα ωστόσω κάτι άλλα ξεκατινιάσματα του παρελθόντος που είχαν λάβει χώρα για την αφεντιά μου καθώς πάντα νόμιζαν ότι τις σνόμπαρα όταν δεν έπαιρνα μέρος σε τελετές φτυάρι-τσάπας-κομπρεσέρ, τις οποίες διοργάνωναν σε κλάσματα δευτερολέπτου για φίλους ή συγγενείς. Δεν μπορούσαν να με πιάσουν πουθενά. Οπότε δεν ήμουν μια καλή ξαδέρφη.
Όπως και να’χει, η Κ είναι καλό παιδί, απλά διαφορετική από τις υπόλοιπες τους, λόγω ιδιοσυγκρασίας αλλά και λόγω εμφάνισης, καθ’ότι και κορμάρα. Η μία από τις απέναντι εξαδέρφες, τέρμα ρομαντική και σε κατάσταση μόνιμου παλιμπαιδισμού που έχει ενταθεί τη τελευταία διετία, είδε κάποιον που πουλούσε μπαλόνια-ζωάκια και αποφάσισε να αγοράσει ένα μπαλόνι πασχαλίτσα για να το πάρει σπίτι, τόσο που της άρεσε. Εντάξει λοιπόν, μπαλόνι πασχαλίτσα. Το αγόρασε και το έδεσε στη καρέκλα της μέσ’τη χαρά, το κοριτσάκι των τριανταδύο ετών.
Μιλήσαμε, ήπιαμε τα κρασάκια μας, ρίξαμε και πέντε γύρες νησιώτικους χορούς να τιμήσουμε το ζεύγος. Κατά τις δώδεκα εμφανίστηκε ένας σερβιτόρος με ποτήρια και ένα μπουκάλι σαμπάνιας, λέγοντας στη Κ ότι το στέλνει το τραπέζι με τους φίλους του γαμπρού. Η Κ γέλασε και ευχαρίστησε με ένα νεύμα τη παρέα. Ο σερβιτόρος ξετύλιξε το συρματάκι και με μιά κίνηση απελευθέρωσε το φελό από το στόμιο της σαμπάνιας, με τον πατροπαράδοτο τρόπο. Έκανα ένα «α!» γιατί πάντα με τρομάζει ο ήχος της σαμπάνιας, αλλά αυτή τη φορά περισσότερο γιατί ο ήχος υπήρξε πιο δυνατός. Ο φελός είχε εκτιναχθεί θεαματικά σκάζοντας το μπαλόνι πασχαλίτσα. Ω ρε γλέντια... Η αδερφή μου αναφώνησε γούρι-γούρι, εγώ είχα χαμηλώσει το βλέμμα κατακόκκινη από χαρά, ενώ η Κ έλεγε στην «απέναντι» ξαδέρφη ότι μόλις δει τον πακιστανό θα πάει να της πάρει ένα ίδιο μπαλόνι.
Η αδερφή μου και’γω ήπιαμε «για το καλό» δυό γουλιές σαμπάνια και εξαφανιστήκαμε για το σπίτι.

Wednesday, July 25, 2007

το θηρίο και το κορίτσι στο τσίρκο


Περπατάω πάνω σε ένα σκηνί που δεν είναι τεντωμένο. Ταλάντωση σε μεγάλες στιγμές. Θα'θελα να'μουν ένας καλός ακροβάτης, γιατί τώρα ζαλίζομαι. Είναι η ακροφοβία. Όταν πάω στα λούνα παρκ μπαίνω στα σφυριά, σε ότι στροβιλίζεται, στα χειρότερα, να το ξεπεράσω. Απίθανα είναι. Μάλλον θα έκανα ακροβατικά πάνω σε άλογα που τρέχουν, στην αρένα τσίρκου.
Ένας ζογκλέρ να καταπίνει φωτιές. Δεν έχω τίποτα να πιω τώρα. Και δεν καίγομαι. Μα ένας φίνος ζογκλέρ από το τίποτα μπορεί να δημιουργήσει θέαμα, ξέρει να μοστράρεται όμορφα. Η αλήθεια είναι αυτή.
Τους κλόουν από μικρή τους σιχαινόμουν. Την πρώτη μου εικόνα από κλόουν την έχω από όταν ήμουν τεσσάρων σε φαστφουντάδικο στην Αυστραλία. Ένας αισχρός ψεύτικος κλόουν να κάθεται σε παγκάκι και να χαμογελά ανατριχιαστικά . Αποκλείεται. Θα'θελα να κάνω τα παιδιά να γελάνε και όχι να φοβούνται. Όχι κλόουν.

Ονειρεύτηκα πως ήμουν σε μια ζούγκλα και καθόμουν κάτω από ένα δέντρο. Η τίγρης εμφανίστηκε με τα παχουλά πέλματα της να βουλιάζουν σε κάθε βήμα της που πλησίαζε. «..ήρθε να με κατασπαράξει» έλεγα στον εαυτό μου και σε αυτή... έξυσε τα νύχια της στον κορμό με όλο το σύρσιμο τους δίπλα στο αυτί μου. Ερεθίστηκα τόσο που μούδιαζα πανέτοιμη στην ιδέα να με κάνει κομμάτια. «Φάε με, φάε με». Δεν το έκανε, παρά καθόταν και με κοιτούσε. Γιατί δεν φοβόμουν;
Το θηρίο και το κορίτσι πρέπει να παραμένουν ανήμερα. Και μια καλή θηριοδαμάστρια πρέπει να φοβάται... Δεν θα γίνω θηριοδαμάστρια. Παρά με σφυρίγματα και σιωπές να τιθασεύω τα μέσα μου. Κάποτε θα φουντώνω τη φλόγα να αγριεύουν και να μου αρέσει.

Thursday, July 19, 2007

όχι άλλα τυφλά αυγά μάτια


Από μικρό είχα τα μάτια μου ανοιχτά, τα αυτιά μου διαπασών και τη μύτη μου σαν το λαγωνικό Κ9. Ρούφαγα από παντού ότι μπορούσα, εικόνες, πρόσωπα, ήχους, μυρωδιές και τα μάζευα προσεκτικά στη θυρίδα των «άχρηστων πληροφοριών & σημαντικών γεγονότων».
Θυμάμαι τη μαμά μου να μας φτιάχνει τηγανιτά αυγά για μένα και την αδερφή μου μικρές που ήμασταν. Ήμουν στο δωμάτιο και άκουσα να με φωνάζουν απ΄τη κουζίνα για να κάτσω να φάμε. Όταν πήγα είδα την αδερφή μου να έχει στο πιάτο μπροστά της δύο αυγά μάτια και στο δικό μου πιάτο υπήρχαν δύο αυγά μάτια.. μα το ένα ήταν τυφλό. Γιατί η αδερφή μου είχε φάει τον κρόκο από το ένα μου αυγό και απτόητη συνέχιζε να τρώει απ’το πιάτο της. Νομίζω πως την έβρισα και πήγα στο δωμάτιο μου χωρίς να φάω εκείνο το βράδυ.
Το γεγονός δεν είναι συγκλονιστικό, μα εμένα με έβαλε σε σκέψεις από τότε. Αυτή η εικόνα με τα δύο (αυγά) μάτια να με κοιτάνε με μονόφθαλμο βλέμμα μέσα από το πιάτο, μου θύμισε πολλές φορές στη μετέπειτα ζωή μου πως συνάντησα πρόσωπα και καταστάσεις μονόφθαλμες με το ένα μάτι κλειστό, κούφιο, τυφλό, γυάλινο σαν κακοί κουασιμόδοι.

Τα τελευταία δύο χρόνια έζησα τέτοιες ανατροπές και αλλαγές, είδα πράγματα και εικόνες διαφορετικές, γνώρισα ανθρώπους που ξεπέρασαν τις προσδοκίες μου ή που τις έθαψαν απλά, βίωσα μέσα μου τυφώνες και νηνεμίες, σημεία και τέρατα να συναγωνίζονται την πρωτειά της πρωτοτυπίας. Μια μόνιμη σβούρα, κηκεώνας αποκαλύψεων και ανακαλύψεων, το μυαλό μου σε αέναο μαραθώνιο.
Και τον τελευταίο καιρό έχω κουραστεί να σκέφτομαι. Σκέφτομαι συνέχεια και τα μπουρδουκλώνω όλα τόσο μέσα στο μυαλό μου, που μοναδικές στιγμές ηρεμίας και χαλάρωσης μπορώ να έχω μόνον κάπου που δεν μου θυμίζει τίποτα από την καθημερινότητά μου και από μένα.
Παιδί της πόλης, τσιμεντόπαιδο που λατρεύει τις μεγάλες πόλεις με τα τρεις χιλιάδες πράγματα να δεις και να κάνεις, αλλά και τη μυρωδιά από το βρεγμένο χώμα, σε λίγο καιρό θα βρεθώ σε ένα χωριουδάκι, θα πηγαίνω μόνη στη θάλασσα, θα την ακούω και ας με φοβίζει, θα με κάψει ο ήλιος, τα μεσημέρια θα τρώω γεμιστά και αυγά μάτια κανονικά, το απόγευμα θα φεύγω ξανά βόλτες μόνη με το αυτοκίνητο στα βόρεια να βλέπω ακρογιαλιές με τα βράχια κάθετα στη θάλασσα που θα την ακούω και ας με φοβίζει. Γιατί κάνει αυτό που θέλει.
Έχω κουραστεί να είμαι μόνη μου, να βρίσκω τρόπους να κάνω πράγματα μόνη μου. Ωραία η ελευθερία, καμιά φορά νιώθω σαν αγριόγατα. Μόνο που θέλω ένα χάδι στο λαιμό να τιθασεύσει την φύση μου. Αυτό μπορεί να με κάνει να ξεχάσω το όνομα μου; Μπορεί;
Και θέλω δυό αυγά μάτια να κοιτούν ορθάνοιχτα τα δικά μου μάτια. Αυτό μπορεί να αγγίξει τη ψυχή μου; Ναι μπορεί.

Friday, July 06, 2007

Ну, погоди!

Αυτά τα Ρώσικα κινούμενα σχέδια τα λατρεύω!
Από το 1969 το "Nu pogodi!" ή αλλιώς "Well, just you wait!" είναι το απόλυτο καλτ καρτούν.
Ο αγαπημένος μου λύκος, άξεστος, σχεδόν βάνδαλος πολλές φορές, σε καλοκαιρινή περιπέτεια...

επεισόδιο #7!

Monday, July 02, 2007

σάμερ ιν δε σίτι


Τι μπορεί να κάνει αυτό το καλοκαίρι τόσο διαφορετικό;
Μήπως είναι ο χειμώνας μου που πέρασε τόσο γρήγορα, μήπως είναι που ζω την εποχή μου και δεν με νοιάζουν ούτε οι 45 βαθμοί στα μέσα Ιουνίου;
Κάνω κούνια τον εαυτό μου, φαντάζομαι χιονισμένα δάση για να δροσίζομαι.

Χθες βούτηξα στα νερά του Ευβοικού με τα μάτια κλειστά, μη θέλοντας να δω τίποτα. Παρά μόνο να ακούσω και να νιώσω το νερό να με κυκλώνει. Όπως η ζωή.
Τη ζωή που από παιδί την αντίκρυζα σαν μια γυναίκα, καθόλου όμορφη αλλά γοητευτική, με τα μαλλιά της πιασμένα κότσο, στρίβοντας στη γωνία να τα αφήνει λυτά και να μου κλείνει το μάτι. Εκνευριστικό το βλέμμα της, μα σίγουρο τόσο, ώστε να με κάνει να την ακολουθώ σαν υπνωτισμένη.

Τι παράξενο καλοκαίρι.
Στο μυαλό μου έχουν έρθει παλιές φιλίες τελειωμένες, μπουκάλια με θολά ποτά. Για καλή μου τύχη η κάβα μου έχει ακόμη σπάνια μπουκάλια ηδύποτων, που πίνω, πίνω και δεν τελειώνουν. Τελευταία άφιξη, μια κούτα με δυό τρία ποτά απροσδιορίστου καταγωγής, άγνωστης προέλευσης, ιδιαίτερης γεύσης.
Τους έρωτες δεν τους έφερα στο μυαλό μου. Μάλλον επειδή μοιάζουν όλοι με φαγητό, που δεν θέλω να ξαναδοκιμάζω το ίδιο. Ο έρωτας που θα με συγκλονίσει ξέρω πως θα μοιάζει με παράξενο φρούτο. Να το δαγκώσω και να νομίσω πως αντί να βγω από τους κήπους της Εδέμ, εγώ μόλις θα μπαίνω. Αυτό είναι έρωτας.

Τι παράξενος αυτός ο χρόνος.
Πέρασε το πρώτο του μισό, γρήγορα και ύπουλα.
Μια χρονιά φίδι. Ένας μικρός κροταλίας που κουνάει την ουρίτσα του και φοράει σιδεράκια στα δόντια. Το χαζό, όταν ήταν μωρό πιπιλούσε την άκρη της ουράς του. Τα δοντάκια του στραβώσαν και έγιναν αστεία. Μα θα γίνει όμορφο. Σιδεράκια φόρεσα και’γω κάποτε, για έξι μήνες. Έτσι απέκτησα το ακαταμάχητο χαμόγελο μου.
Και τώρα σαν φίδι, νιώθω να γλυστράω από το παλιό μου δέρμα και να αλλάζω εικόνα.
Ένας μικρός κροταλίας.
τσκρρρρρ