Saturday, January 20, 2007

Έεει Μελιχάτ...


«Έεει Μελιχάτ...» της φώναξε ενώ εκείνη απομακρυνόταν με βήμα γοργό χωρίς να ρίξει ματιά πίσω της. «Νυχτώνει και θα’ναι επικίνδυνα...» ψιθύρισε. Δεν έκανε προσπάθεια να την ακολουθήσει. Δεν την άφηνε όμως και από τα μάτια του μέχρι που έστριψε στο τέλος του δρόμου. Εκεί την έχασε.

Η Μελιχάτ συνέχιζε να περπατά. Βαριανάσαινε, ένιωθε βάρος.
Φορούσε το αγαπημένο της πράσινο φουστάνι κεντημένο με λεπτές χρυσές κλωστές στο ποδόγυρο. Τα δάκρυα της μούσκευαν το ύφασμα και αυτό κολλούσε πάνω στα στήθη της. Όλο έκλαιγε η Μελιχάτ... Και κάθε δάκρυ έπεφτε, απλά από λύπη.

Αν βλέπατε τη Μελιχάτ... αχχχ! Σαν όμορφο λουλούδι. Σαν μια ντάλια σε χρώμα κροκί.
Όπως ένα λαχταριστό χωριάτικο αυγουλάκι. Έτσι η Μελιχάτ λοιπόν.

Αλλά όπως είδατε ούτε ο πατέρας της δεν τη σταμάτησε. Γιατί..;
Γιατί η Μελιχάτ απλά ήθελε να μαθαίνει πάντα περισσότερα.
Και η οικογένεια της απλά ζούσε με ότι έβλεπε.

Αποφάσισε να περπατήσει μέχρι την αυγή. Και θα σταματούσε μόνον όταν θα έβγαινε ο ήλιος. «Αν βγει κι αυτός» σκέφτηκε. Και συνέχισε. Θα το έκανε λοιπόν. Ήταν η πρώτη φορά που θα πέρναγε στην απέναντι πλευρά του ποταμού.
Κανείς δεν πήγαινε στην απέναντι πλευρά. Κανείς από την μικρή πόλη που ζούσε η Μελιχάτ.
Λέγανε πως δεν πηγαίναν επειδή φαινόταν άσχημος τόπος. Είχε πολλά δέντρα, αλλά γκρίζα, σαν να ήταν καμμένα. Και κάπου αυτό το δάσος τελείωνε γιατί έφτανε σε γκρεμούς.
Έτσι έλεγαν. Μόνο οι σκύλοι και οι γάτες πηγαινοέρχονταν από το γεφυράκι που ένωνε τις δύο πλευρές. Και το γεφύρι θα’ταν και διακόσια χρόνια εκεί. Τουλάχιστον.

Εγώ πιστεύω ότι τα έλεγαν αυτά επειδή φοβόντουσαν και τίποτα άλλο.
Επειδή η μικρή πόλη που ζούσε η Μελιχάτ ήταν όμορφη. Και ο κόσμος που την γέμιζε χαριτωμένος. Μια χαριτωμένη φάρα ανθρώπων. Που τους άρεσε ο μικροκοσμός τους και τίποτα άλλο.
Αποφάσισε λοιπόν να περάσει το γεφυράκι.... Το φεγγάρι φάνηκε να κολυμπάει μαζί με τα ψάρια στο ποτάμι. Και τα αστέρια να παίζουν με τις πυγολαμπίδες. Και ήταν ωραία βραδιά. Με λίγο κρύο.
Το γκρίζο δάσος πύκνωνε σε κάθε βήμα της, όσο πλησίαζε...

«Έφτασα!» Με το που πάτησε το πόδι της εκεί, απέναντι, αισθάνθηκε κάτι περίεργο. Λες και όταν πάτησε τη γη, αυτή αναστέναξε. Και το κορίτσι μας νόμισε πως ήταν ήχοι απ’τα ξερά φύλλα που πατούσε. Αλλά δεν φοβήθηκε και ένιωθε ήρεμη. Λες και κάποιος την κρατούσε απ’το χέρι.
Περπάτησε για λίγο και είδε κάτι πίσω απ΄τις φυλλωσιές. Σαν φώτα θαμπά, να αχνίζουν μέσα από την υγρασία του δάσους.
Συνέχισε. Άρχισε να ακούει και πουλάκια νυχτερινά να κάνουν «πιτσ-πιτς». Τα είδε πάνω στα μαύρα δέντρα να την παρατηρούν και να σιγολένε το τραγουδάκι τους.
Και τα είδε από μακριά. Τα πρώτα σπίτια από ένα μικρό χωριό. Δεν πίστευε στα μάτια της. Στα 23 χρόνια της ζούσε με την εντύπωση ότι εκεί, απέναντι, δεν υπήρχε τίποτα. Αλλά δεν ήταν έτσι.

Μόλις έφτασε μετά από λίγη ώρα σ’ενα μικρό ξέφωτο σαν παρκάκι, εμφανίστηκε μπροστά της ένα παιδί. Μικρούλι αγοράκι. Παχουλό με ριγέ πιτζαμάκια και ξυπόλυτο.
«Έεει κορίτσι, καλά είναι στη φύση, εκεί που πάμε όμως είναι ο καλός ο κόσμος.»
Και άπλωσε το χεράκι του στη Μελιχάτ, η οποία είχε μείνει αποσβολωμένη...
Μόλις του έδωσε το χέρι της, το αγοράκι άρχισε να τρέχει με τα μικρούλια ποδαράκια του και η Μελιχάτ το ίδιο. Ένιωθε απροσδιόριστη χαρά! Να τρέχει με ένα παιδί, μέσα στη νύχτα. Και να μη φοβάται. Γιατί να φοβάται;

Φτάσανε στο πρώτο σπίτι στο διάβα τους. Πέτρινο, με φωτισμένα παράθυρα.
Και άνοιξε η μεγάλη ξύλινη πόρτα. Και είδε κόσμο. Και ακούστηκαν βιολιά, φλογέρες και ένα τραγούδι με στίχους λυπητερούς αλλά από γελαστές φωνές, από όλους όσους ήταν εκεί...

«Αφού το νερό είναι δροσερό,
γιατί δεν ξεδιψάς;
Αφού ο ουρανός είναι γαλανός,
γιατί τα μάτια σου κλαίνε;
Αφού η φωτιά είναι ζωή
Γιατί θες να τη σβήσεις;
Αφού η γη είναι η μάνα
Γιατί φεύγεις στο διάστημα να βρεις τον πατέρα;»

Είπε η Μελιχάτ τότε «Εδώ σταματώ. Και θα ξημερώσει ο Θεός μου τη μέρα».
Και έγυρε κουρασμένη πάνω στον ώμο του οικοδεσπότη.

Μια ιστορία βασισμένη σε ένα όνειρο που είδα, μία από αυτές τις νύχτες.
Γιατί εγώ συνήθως, δεν θυμάμαι τα όνειρα που βλέπω πια...

18 Comments:

Anonymous Anonymous said...

θαρραλέα η Μελιχάτ σου...
όλος ο κόσμος της εφησυχασμένος και αυτή ανήσυχο πνεύμα...

καληνύχτα δεσποσύνη...

20/1/07 2:07 AM  
Blogger Sigmataf said...

Έι Σαβ.

Όι αλήθειες σου με αφήνουν μαλάκα ώρες και στιγμές.

Τι να λέμε τώρα.

Με έκανες να ταυτιστώ.

20/1/07 3:58 AM  
Blogger Sigmataf said...

Πάω να το ξαναδιαβάσω.

20/1/07 3:59 AM  
Blogger Shades said...

Δεν απέχει και πολύ από μια ινδιάνικη σκηνή σ’ ένα δάσος.. νομίζεις;

20/1/07 11:20 AM  
Blogger Τάσος Ν. Καραμήτσος said...

Καλογραμμένη ιστορία
Και στη μορφή και στο περιεχόμενο
Καλημέρα

20/1/07 12:13 PM  
Blogger Unknown said...

Πανέμορφο!
Να κοιμάσαι συχνά, να ξυπνάς με το πάσο σου και να μας φέρεις κι άλλες ιστορίες.
:Ο)

20/1/07 12:33 PM  
Blogger Desposini Savio said...

Γιώργο καλημέρα! Το κορίτσι αυτό πάντα έτσι ήταν. Είδε όμως ένα όνειρο που την έκανε να περάσει απέναντι...

Sigmataf και εγώ χαμογελάω τώρα, και το ξέρεις.

Shades μου... η αλήθεια είναι ότι τη Μελιχάτ δεν την είδα ως Ινδιάνα, την είδα ως Ινδή! Ναι, είναι πολύ κοντά σε αυτό που λες. Τι μου θύμισες...

Τάσο... σ'ακούω δάσκαλε!
Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια!

Simon λες..; Θα κοιμάμαι, θα ξυπνώ σε έναν άλλο κόσμο!

20/1/07 12:42 PM  
Blogger Tradescadia said...

Θέλει αρετή και τόλμη το να περνάς απέναντι. Κι ας φαίνονται όλα γκρίζα. Αξίζει όμως. Στ'αλήθεια. Μόνο τότε ξημερώνει πραγματικά...

20/1/07 7:46 PM  
Blogger stefanos said...

Δεσποσύνη μας, άργησες αλλά δε μας άφησες παραπονεμένους.
Πόσο όμορφο είναι το κείμενό σου!
Πόση αλήθεια και πόσο πόνο κρύβει!
Και τι όμορφα που ονειρεύσαι!

Ναι, να κοιμάσαι και να μας λες το όνειρο.
Ευχαριστούμε που το μοιράστηκες μαζί μας

21/1/07 8:09 AM  
Blogger Ασκαρδαμυκτί said...

Δέσπο, πολύ ωραίο το όνειρό σου κι ακόμη καλύτερη η αφήγησή του!
Μερικοί κάνουν τα μεγάλα άλματα μόνο στα όνειρά τους, άλλοι και στη ζωή τους και οι περισσότεροι ... πουθενά!

21/1/07 5:48 PM  
Blogger fish eye said...

..μια ταινια που εχω δει μου θυμισε..αλλα μου διαφευγει το ονομα της..το στοιχειωμενο χωριο ισως??

21/1/07 10:08 PM  
Blogger Bliss said...

to onoma k auto sto oneiro?

mou 8umise ena para8umi pou eixa diabasei kapote
polu omorfo:*

21/1/07 10:38 PM  
Blogger Desposini Savio said...

Tradescadia οι μέρες πλησιάζουν... Και θα ξημερώσει ο ήλιος μου, όπως στη φωτογραφία! Φιλιά!

Στέφανε σ'ευχαριστώ! Δεν ήταν ακριβώς έτσι το ονειρό μου, αλλά πήρα πολλές εικόνες από αυτό.

Ασκαρδαμυκτί σωστός ο λόγος σου. Καλώς όρισες!
Είμαι από αυτούς που θέλουν τα άλματα στη ζωή. Προς το παρόν, είμαι σε πρώιμο στάδιο... :)

Φεγγαρένια μου... εμένα δεν μου θύμισε καμία ταινία. Παρά μόνον τις σκέψεις μου εκείνο το πρωινό που ξύπνησα, μετά από τα όνειρα μου.

Bliss..? Και'σένα κάτι σου θύμισε..; Το όνομα Μελιχάτ είναι Τούρκικο, αν δεν κάνω λάθος. Δεν είναι από κάποιο παραμύθι, τουλάχιστον από αυτά που έχω διαβάσει.

21/1/07 11:50 PM  
Blogger ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ said...

Η ζωή θέλει σύνεση & τόλμη! Θέλει να την αρπάζουμε γερά από το χέρι όπως ακριβώς η Μελιχάτ (πολύ γλυκό όνομα!) πιάστηκε από το χέρι του παιδιού... Κι αν δεν ξέρουμε πάντα που πάμε σημασία έχει & η διαδρομή...!
Την Καλημέρα μου & Καλή εβδομάδα!

22/1/07 1:02 PM  
Blogger Άβατον said...

Για να βλέπεις τέτοια όνειρα και να έχεις τέτοιες εμπνεύσεις ίσως είσαι ήδη απέναντι. Άλλωστε, όταν αποτραβιόμαστε από αυτά που μας περιβάλλουν τότε τα αντιλαμβανόμαστε με μεγαλύτερη διαύγεια. :)

22/1/07 6:19 PM  
Blogger Desposini Savio said...

Ηλιαχτίδα καλησπέρα! Περισσότερο τόλμη θέλει :)

Άβατον νομίζω ότι πηγαινοέρχομαι από το γεφύρι. Έτσι ναι, μπορείς να πεις ότι "περνάω απέναντι", αλλά δεν μένω πάντα εκεί...

22/1/07 6:40 PM  
Anonymous Anonymous said...

Ακόμα κι αν βλέπεις σπάνια όνειρα, αξίζει να βλέπεις κάτι τόσο καλό.
Αν υποθέσω δε ότι η ηρωίδα ήσουν εσύ μπορώ μόνο να φανταστώ τα συναισθήματα που σου γέννησε...

23/1/07 6:35 PM  
Blogger Desposini Savio said...

Δόκτωρα μου, είμουν η ηρωίδα ναι...

24/1/07 9:44 PM  

Post a Comment

<< Home